30.1.07

>> 2 <<


Παρεμπιπτόντως, χτες ειδα και το -2-.
Είχα λυσσάξει να το δω από την προαναγγελία του, αλλά κάτι οι αφραγκίες μου, κάτι οι αφραγκίες μου, έφτασα να το δω χτες.Μετά από όλες τις αντικρουόμενες απόψεις που είχα ακούσει και διαβάσει, πήγα με σκοπό να μην χαριστώ της παράστασης. Είχα κατά νου να είμαι αντικειμενική, στο βαθμό που το υποκειμενικό γούστο δύναται να γίνει αντικειμενικό (Ντόινγκ!!). Εν πάση περιπτώσει, να είμαι ειλικρινής με τον εαυτό μου.
Πέρα από την τεχνική αρτιότητα, τη χορογραφική δεινότητα, τον εξαιρετικό φωτισμό και την απίστευτη μουσική επένδυση, αυτό που με καιει να σχολιάσω ή και να καταλάβω είναι οι κριτικές περί υπερβολικά γκέη προσέγγισης στο αντρικό θεμα, που έχουν φτάσει τους τελευταίους 2+ μήνες στ’ αυτιά μου. Πραγματικά, όσο κι αν προσπάθησα να καταλάβω τι νοείται ως γκεη σφραγίδα, δεν το είδα.
Τι συμβαίνει; Μήπως γενικά επικρατεί σύγχυση μεταξύ των όρων σεξουαλικότητα και σεξουαλική προτίμηση; Αρχίζω και πιστεύω πως κάτι τέτοιο παίζει.Δηλαδή τι, για να καταλάβω...Η απουσία γυναικών στοιχειοθετει κάποιου ειδους ταυτότητα για την παράσταση; Σαφώς όχι. Το θέμα ειναι ο άνθρωπος, ο αρσενικός ίσως, αλλά ο άνθρωπος και οι ανάγκες για τέτοιους, για συντροφικότητα, για συμπόρευση, για συναίσθημα, μπας και σωθουμε απο το καθημερινό μας τέλμα.
Κατά τη δική μου οπτική, ναι, η παράσταση ήταν από την αρχή μέχρι το τέλος ένα σχόλιο στον άνδρα με τα άγχη της καθημερινότητας, τις κοινωνικές απαιτησεις, το στερεοτυπο που απο καταβολής κόσμου κουβαλάει στους ώμους του και προσπαθει να κρατησει ευαίσθητες ισορροπίες του έξω με το μέσα. Τον άνδρα σε όλες του τις εκφάνσεις, τον άνδρα τον κάφρο, τον άντρα που ζει με το πουλί του μόνο γιατι έτσι του έχει επιβληθεί απο τα παιδικάτα του, τον άντρα εργαζόμενο, τον άντρα οπαδό, τον άντρα που απορεί, ψάχνει, αναζητά, τον ανώριμο, τον έκπληκτο, τον άνδρα που ...
Είναι ωραίο να παίζει κάποιος με το μυαλό σου μέσω των εικόνων του, να σε κάνει συνένοχο και κοινωνό. Είναι καλή εμπειρία τέτοιες παραστάσεις αρκετα πολυσήμαντες σημειολογικά με πλείστες όσες αναφορές στο καφικό περιβάλλον, τα σουρεαλ ενσταντανε του Μπραζίλ κλπ.Η αποτύπωση της μοναξιάς ηταν η σκηνή (μια από τις καλύτερες, εξ άλλου) όπου 2 προσπαθουν απελπισμένα να αγγίξουν ο ένας τον άλλο, τρέχοντας ο ένας προς τον άλλο, ο ένας τείνει το τσιγάρο, ο άλλος τείνει τη φλόγα, φευγαλέα ανταμώνουν και αγγίζονται για να χωρίσουν ξανά και τρέχουν παλι προς αντίθετες κατευθύνσεις.
Tι να πρωτοσχολιάσεις από μια τέτοια παράσταση!!Τους συμβολισμούς, τα σκετς; Τι;;Τίποτε, εμπειρία είναι, βιωμα και αποκτά θεση στην ψυχη σου.

Σύνδρομο στέρησης


Ποτέ τα πράγματα δεν εξελίσσονται όπως τα είχαμε φανταστεί.
Νόμος.Δεν ξέρω αν εχει το όνομα κάποιου ηλίθιου αυτός ο νόμος-απόλυτητη κοινοτοπία, αλλά ας τον ονομάσουμε "Ο Νόμος μου".
Εν προκειμένω, που λες, εχεις αναγνωρισει τη δυσκολία του απο-χωρισμού και τον πόνο που επιφέρει. Έχεις -καιρό τώρα- ζυγισει τη σχέση, την κούραση, το βάλτωμα, την επανάληψη και την αδράνεια έναντι της αγάπης και της συνηθειας Χρό0οοονων -ωραίων χρόνων.
Η πραγματικότητα ξεπερνάει τη φαντασια πάντα, όσο ρεαλιστης κι αν εισαι.Ο πόνος ειναι ανειπωτος και η έλλειψη που αντικαθιστά άγαρμπα την καθημερινη επαφή, ζόρικη και δυσβάσταχτη.Το κορμί φιλοξενει τον πόνο και τη στεναχώρια και μέσα σου χαράσσεται ως τάση πρός έμετο, ταχυκαρδια, κρυάδες, ζαλάδες και μονιμως φισκα οι δακρυϊκοί πόροι. Το παραπανίσιο "αλφα" στο σ' αγαπάω που κραυγάζει, υποχωρεί στο συντομότερο "πενθώ" και έρχεται απο κοντά κι ένα "χι", λεκτικό ισοδυναμο τόσο του πόνου όσο και άλλων αισθημάτων, αχ.
Συναισθάνομαστε όμως.
Αλλά πώς το διαχειρίζεσαι; Πώς να πετάξεις μια μυρωδια απο πάνω σου που σε Συντροφεύει χρόνια πολλά; Πολλά. Πώς;'Η κανείς ή κι οι δυο μαζί. Δεν παλεύεται διαφορετικά, νομίζω. Δεν μπορώ να την παλέψω μεσα απο την απόλυτη απουσία σου, κι ας ηταν δική μου η πρωτοβουλία, κι ας συναινέσαμε.Με ανακουφιζει η παρουσία σου, η συντροφιά σου και η φωνή σου. Παίρνουν για λίγο τον πόνο, να, μεχρι να σε ζητησω ή να με ζητησεις ξανα.Σκατά,σε δυο συλλαβές συνοψίζεται πεντακάθαρα (καλό!) ολόκληρο "ειναι".
Εγώ μείον εσένα ίσον ...?

12.1.07

Η αβοήθητη μοναξιά του άντρα


«Ποτέ γυναίκα δεν κατάλαβε έναν άντρα»
Άμλετ
Η φίλη μου Ρ. έκλεισε τη συζήτηση για έναν κοινό μας φίλο ομοφυλόφιλο και τα αδιέξοδά του, με το γνωστό οξύ και θρασύ της χιούμορ: «Ευτυχώς που υπάρχουν και οι ομοφυλόφιλοι. Αν δεν υπήρχαν, εσείς οι άντρες θα περνούσατε έτσι από τη ζωή, χωρίς να σας έχει αγαπήσει κανένας».Έφερα στον νου μου πάμπολλες λατρευτικά αφοσιωμένες αγάπες γυναικών προς άντρες που θα διέψευδαν αμέσως τον, εξεζητημένο άλλωστε, ισχυρισμό της Ρ. και ταυτόχρονα, ωστόσο, σκέφτηκα τη διαφορετικότητα των γυναικείων και ανδρικών συναισθημάτων, ιδίως των ερωτικών.

Στην ιδανική ερωτική σχέση της η γυναίκα εξαντλεί όλα τα αιτήματα της δικαίωσής της, ως προσώπου προπαντός, αλλά και ως ύπαρξης ή, έστω, εξασφαλίζει τον ουσιωδέστερο όρο για να προχωρήσει απερίσπαστη προς ό,τι θεωρεί επιτυχία για τον δημιουργικό εαυτό της. Ενώ για τον άντρα, στην αντίστοιχη περίπτωση, περισσεύουν πολλά (και μάλλον τα σημαντικότερα γι’ αυτόν) τέτοια αιτήματα – που , θα’ λεγε κανείς, η ερωτική δικαίωση μοιάζει να τα κάνει ακόμη πιο επιτακτικά. Αυτό σημαίνει ότι η γυναίκα είναι ικανή, και ώριμη, για την ιδανικότητα της ερωτικής σχέσης, τοποθετώντας εκεί, με πολλή υγεία κι ακόμα περισσότερη υγιεινή, ολόκληρη τη φυσιολογία της ανθρώπινης κατάστασης – ο άντρας όμως όχι. Σημαίνει ακόμα, πέρα από την ολιγάρκεια της πρώτης και την απληστία του δεύτερου, ότι ο άντρας πάσχει από μια χρόνια, ανεκπλήρωτη φιλοδοξία ανόρθωσης, που ξεπερνάει κατά πολύ το σπουδαίο γεγονός της ανόρθωσης του ανθρώπινου όντος στα δύο του κάτω άκρα, όπου η γυναίκα πιστεύει, και πολύ σωστά, ότι μ’ αυτό τέλειωσε οριστικά κάθε ιστορία περαιτέρω ανόρθωσης.

Και προφανώς αυτή η φιλοδοξία πρέπει να υπαγορεύεται από μια λειτουργία, αμιγώς αρσενική, επικράτησης και θριάμβου, η οποία, τουλάχιστον στο επίπεδο των φυσικών προδιαγραφών του φύλου, λείπει από τη γυναίκα σαν περιττή. Ο θρίαμβός της εξάλλου στη σχέση της είναι με το παραπάνω αρκετός, μια και η γυναίκα πάντα θριαμβεύει στη σχέση της με τον άντραֹ ο μόνος τρόπος να θριαμβεύσει ο άντρας είναι να αρνηθεί να μπει σ’ αυτήν. Το γεγονός είναι ότι η γυναίκα είναι σκανδαλωδώς ευνοημένη από τη φύση. Βρίσκεται πιο κοντά της, την έχει πάντα με το μέρος της – η φύση συνεχίζεται μέσα της, χρησιμοποιεί το σώμα της για ν’ αναπαραχθεί.

Ας μην το ξεχνάμε: η γυναίκα έχει συγγένεια με το φως του φεγγαριού (που στον άντρα προκαλεί την επιληψία), με τις παλίρροιες των ωκεανών. Ο άντρας είναι αφύσικος, τεχνητός. Κατασκευασμένος μέσα σ’ ένα ανοίκειο γυναικείο ικρίωμα, το σώμα της μητέρας του, κατασκευασμένος ακόμα από εντολές κύρους και εξουσίας, «ανδρισμού» και αντοχής, τις οποίες, στη διάρκεια της σύντομης ζωής του, είναι καταναγκασμένος πειθήνια και καθημερινά να εκτελεί. Κι ας μην επικαλεστεί κανείς τις κοινότοπες ιστορικοκοινωνικές αιτιότητες – ασφαλώς ισχύουν, αλλά βασίζονται στους δεδομένους, βιολογικούς χαρακτήρες του φύλου. Αποκλεισμένος από το άλλο ανθρώπινο σώμα, μη έχοντας ποτέ καμιά ενσυνείδητη συγκοινωνία αίματος με το άλλο σώμα, όπως έχει η γυναίκα με το κύημά της – ούτε καν έξοδο αίματος, όπως εκείνη, παρά μονάχα όταν το σώμα του εκτεθεί στη βία, έχει ένα σώμα μοναχικό κι αδιαπέραστοֹ κλειστό, δηλαδή απειλημένο. Που δεν ανοίγει ποτέ, ούτε κατά την ερωτική του δράση, όποτε κλείνει ακόμη περισσότερο και το κάθε σώμα αποχωρεί, αποσύρεται στην πιο απόλυτη δική του σιωπή, που είναι η ηδονή.

Αντίθετα, το σώμα της γυναίκας, προτού κι αυτό απουσιάσει από την ερωτική ένωση, είναι ένα σώμα πάντα ανοιχτό – ο υπέροχος αυτός κάλυκας που είναι φτιαγμένος για να υποδέχεται και για να περιβάλλει.Κι αφού η γυναίκα τον άντρα μονάχα να τον αγαπάει μπορεί και τίποτε άλλο, θα κάνω εγώ, ένας άντρας, το εγκώμιο γι’ αυτό το αυτοδημιούργητο θαύμα που είναι ο άντρας.

Χαριστικά θα βάλω πρώτη στη σειρά τη συμβολή της γυναίκας, που σίγουρα βοηθάει να συντελεσθεί, κυρίως με το ανεκτίμητο (και κατ’ εξοχήν γυναικείο) χάρισμά της, που είναι ο αλάθητος ρεαλισμός της. Χωρίς αυτόν ο άντρας θα παράπαιε, ακόμα θα περιπλανιόταν, θα είχε χαθεί μέσα στις ομίχλες των επικών του φαντασιώσεων – ένα χάρισμα που η γυναίκα, αν το θελήσει, μπορεί να το μεταποιήσει σε θανάσιμο ανδροκτόνο εργαλείο – αν θελήσει να υπονομεύσει, χρησιμοποιώντας το, όλες τις ευσυγκίνητες μυθολογίες , που χάρη σ’ αυτές και αποκλειστικά μ’ αυτές ο άντρας επιβιώνει. Χειρώνακτας του πολιτισμού αλλά και εγκέφαλός του, έκτισε από την αρχή τον κόσμο με μέτρο τον άνθρωπο.

Κι αν αυτός ο κόσμος φαίνεται να είναι ανδροπρεπής, εκεί που χρειάζεται γίνεται θηλυκός, πολύ τελειότερα απ’ ό,τι θα τον έπλαθε η ίδια η γυναίκα: χάρη στον άντρα η τέχνη κατοικήθηκε από εξαίσιες (αν και ανύπαρκτες) γυναίκες και πήραν γυναικείο όνομα οι πιο αυστηρές εξουσίες της ζωής – ενώ κράτησε για τον εαυτό του τον δυστυχισμένο ρόλο του ηττημένου, δηλαδή αυτός επωμίστηκε με αυταπάρνηση τη μεταφυσική μοίρα της ήττας που βαραίνει το ανθρώπινο γένος. Δεν δέχθηκε χαρμόσυνους αγγέλους όπως η Θεοτόκος, δεν έπεσε σε ερωτική έκσταση όπως η Αγία Θηρεσίαֹ ταπεινά κι αγόγγυστα υπηρέτησε τη θητεία του στα τάγματα του Θεού. Δεν είχε μεγαλομανιακές ακουστικές ψευδαισθήσεις όπως η Ιωάννα της Λοραίνης – ανώνυμος αφανίσθηκε σε ατέλειωτους και άδικους πολέμους (και καμιά δεν έχει σημασία ότι ο ίδιος τους ξεκίνησε), εξοντώθηκε σε ισόβιες δουλειές. Ανιδιοτελής, αθώος αλλά ευφυής, εύπιστος με τη θέλησή του – εύθραυστος και χωρίς – σε αντίθεση με τη γυναίκα – να επιζεί του θρυμματισμού του, ασκημένος από ένστικτο να επινοεί τεχνάσματα του κυνηγιού για την τροφή της ομάδας, να αγρυπνάει για τους κινδύνους, από γεννήσεως ανυπεράσπιστος, γιατί η φύση τού πήρε πίσω όλα τα όπλα του, έμεινε πάντα πολεμιστής, άοπλος και με χίλιους τρόμους γενναίος.

Εκπνευμάτωσε τη φυσική του ρώμη και την έκανε δύναμη, κυρίως τόλμη, μυαλού και κραδασμό ιδεών. Αυτός είδε τα όνειρα όταν ήρθαν οι μεγάλες νύχτες – κι όλα αυτά από το τίποτα, χωρίς ουσιαστική βοήθεια από κανέναν. Έχοντάς τα όλα αντίξοα, και πιο πολύ αντίξοη τη γυναίκα που τον αγάπησε.Και λυπηθείτε τον, με την πιο ευγενική, την πιο τρυφερή λύπη, γι’ αυτή την απέραντη, την ως το τέλος αβοήθητη μοναξιά του. Δείτε τον, παραμερίζοντας τις αγορίστικες κομπορρημοσύνες του, τα απελπισμένα χάδια της μάνας του – παραμερίστε τα όλα: τα αφηρημένα αγγίγματα της γυναίκας του, τα αρπαχτικά και φιλημένα χεράκια των παιδιών του και δείτε τον σε όλη του την ανέχεια. Και μη του μιλάτε, αφήστε τον να σωπαίνει όταν σωπαίνει. Και αν αρχίσει να κλαίει ξαφνικά, ποτέ μην το ρωτήσετε γιατί.

Ένα εξαιρετικο κείμενο του Γιώργου Χειμωνά που δημοσιεύτηε στα ΝΕΑ στις 3/3/2001( http://ta-nea.dolnet.gr/print_article.php?e=A&f=16983&amp;amp;amp;m=R06&aa=1 )

9.1.07

Η αγάπη η δική μου aka TiLLDeathDoUsParty

Λέει, λοιπόν, σε ένα σημειο η κυρία Λεμπλάν –που μέχρις εσχάτως έπασχε από ακατάσχετο λόξυγγα και άρχισε να τον παλεύει με κάψουλες- το εξής:
«…έχω καταλάβει ότι το πιο σημαντικό δεν ηταν οι καψουλες. Εκείνο που με ηρεμούσε ηταν το ότι σκεφτόμουν να τις πάρω. Αυτό που μου έκανε καλό δεν ήταν το περιεχόμενό τους, αλλά ό,τι αυτες αντιπροσώπευαν.»
Με άλλα λόγια, δηλαδή, δεν είναι πάντα βέβαιο ότι αυτό που κάνουμε, οι άνθρωποι με τους οποίους επιλέγουμε να πορευτούμε, είναι πάντα καταπραϋντικά, αλλά η ιδέα ότι μας έχουν βοηθησει στο παρελθόν και πάντα βρισκονται εκει, είναι ευεργετική. Πολλοί είμαστε εκείνοι που έχουμε στη ζωή μας ανθρώπους χρόοονια πολλά, που τους έχουμε αγαπήσει και τους έχουμε ρουφήξει, τους έχουμε ερωτευθεί, τους βαριόμαστε ανα διαστήματα, με τους οποίους έχουμε δεθεί και έχουμε δημιουργήσει κοινό τόπο, κοινές μνήμες. Αναπόφευκτα τους συνηθίζεις.
Τι μας κρατάει ακόμη μαζί τους; Η συνήθεια ή η αγάπη;Κάθε ένας είναι διαφορετική περίπτωση και για κάθε έναν είναι αλλιώτικη η απάντηση.Υπάρχουν εκείνοι με τους οποίους απλά φυτοζωούμε, έχουμε κλειδώσει όποια πόρτα ή παράθυρο κι έχουμε καταπιεί το κλειδί.Υπάρχουν εκείνοι που έχουν γίνει ένα πάνω σου, τους μυρίζεις στα ρούχα σου και στα μαλλιά σου. Είναι σαν να έχουν γίνει συμπλήρωμα ή προέκταση του εαυτού μας – και δεν θέλω να πω «το άλλο μας μισό» «η αδερφή ψυχή μας»κι άλλες ανόητες, μεταφυσικές μπούρδες- αλλά που λογαριάζουμε πράγματα μαζί τους, τους συμπεριλαμβάνουμε στα σχέδιά μας (βραχύ-, μακροχρόνια) και στη σκέψη ότι παύουν να υπάρχουν κοντά μας, μουδιάζει το στομάχι μας, κάποιο μέλος υπολειτουργεί ή κάποιο ζεύγος ζωτικών οργάνων μας μένει μισό.Ναι, υπάρχουν κι αυτοι που τους εκτιμάμε και θαυμάζουμε αλλά περισσότερο αγαπάμε, και δεν το βάζουμε κατω, παρά τις τριβές, παρά την πολυκαιροσύνη, παρά τα σκαμπανεβάσματα.
Ακόμη κι όταν το κάνουμε όμως, ακόμη κι όταν φτάσουμε να τα παρατήσουμε, μην αντέχοντας άλλο, εξακολουθώντας να τους αγαπάμε –αυτό δε σβήνει καθ’ υπόδειξιν-Θα επιβιώσουμε. Η δηλώση «δεν μπορώ να ζησω μακριά του/της», όση ένταση και συναισθηματική αλήθεια να κρυβει, δεν παύει να είναι μια μεγαλοστομία, μια υπερβολή. Διαφορετικά, σε κάθε μη συναινετικό τέλος σχέσης, θα έπρεπε να μειώνεται ο πληθυσμός κατά ένα άτομο.Όλοι επιβιώνουμε κι όλοι επανερχόμαστε, φτιάχνουμε τις ζωές μας, ερωτευόμαστε πάλι. Δεν αντιστοιχεί ένας άντρας σε μια γυναικα, εφ’ όρου.
Αλλά, ναι, η μόνη αδιαμφισβήτητη παραδοχή είναι ότι κάθε τέλος είναι επώδυνο, τουλάχιστον για τον έναν από τους δύο.